Κάποιες φορές η πόλη που ζούμε μας προσφέρει παραπάνω επιλογές για δράση από ό,τι νομίζουμε. Με λίγη φαντασία μπορούμε να μετατρέψουμε μια απλή μέρα σε περιπέτεια. Διαβάζοντας ένα κείμενο που είχαν γράψει κάποιοι ποδηλάτες ανακάλυψα ότι θα μπορούσα να κάνω μια βόλτα αντοχής ανεβαίνοντας στις τρεις πιο ψηλές κορυφές της Αττικής, την Πάρνηθα, την Πεντέλη και τον Υμηττό. Μέχρι τώρα είχα την χαρά να δω από κοντά και τα τρία βουνά αλλά ποτέ την ίδια μέρα. Βλέποντας τα χιλιόμετρα και την υψομετρική διαφορά θεώρησα ότι με την κατάλληλη παρέα θα ήταν μια δυνατή εμπειρία.
Το ραντεβού δόθηκε την Κυριακή το πρωί στις 8:30 στον Σταυρό της Αγίας Παρασκευής. Μαζί με έναν φίλο θα ξεκινούσαμε πρώτα για την Πάρνηθα. Από εκεί θα πηγαίναμε στην Πεντέλη και στο τέλος στον Υμηττό.
Ελέγξαμε τα ποδήλατά μας και πήραμε μαζί μας τα απαραίτητα όπως σαμπρέλες και μπόλικο νερό. Τα κυριακάτικα πρωινά έχουν μια άλλη μυρωδιά. Είναι ίσως η μόνη μέρα και ώρα που μπορεί να δει κάποιος μια διαφορετική πόλη. Οι δρόμοι είναι άδειοι και όλα μοιάζουν πιο ανθρώπινα. Κυκλοφορούν μόνο όσοι εργάζονται και λίγοι ξενύχτηδες.
Από τον Σταυρό κατηφορίσαμε προς το Χαλάνδρι και συνεχίσαμε ευθεία για τη Νέα Ιωνία. Το πρώτο κομμάτι της διαδρομής ήταν ευθεία, ό,τι έπρεπε για ένα καλό ζέσταμα. Μέχρι και τις Αχαρνές ήμασταν σχεδόν μόνοι μας στον δρόμο και σύντομα φτάσαμε στους πρόποδες της Πάρνηθας. Το πρώτο πράγμα που αντικρίζει κανείς στην λεωφόρο Πάρνηθος είναι οι ταβέρνες και οι χώροι δεξιώσεων. Πολλά κτίρια τραβούσαν το μάτι με την κακογουστιά τους και την υπερβολική διακόσμηση. Σύμβολα και επιγραφές που έφερναν στο νου μια εικόνα από τα προηγούμενα χρόνια, την εποχή των “παχιών αγελάδων” όπου τα χρήματα ξοδεύονταν με ιδιαίτερη ευκολία.
Στο τέλος το μαγαζιών ξεκινούσε το πράσινο με τα μεγαλοπρεπή πεύκα να δεσπόζουν στο τοπίο. Μαζί με αυτά ξεκινούσαν και τα σκουπίδια. Η κατάσταση της περιοχής μέχρι το τελεφερίκ ήταν τραγική. Εκατοντάδες χαρτιά και πλαστικά μπουκάλια βρίσκονταν στην άκρη του δρόμου ανάμεσα στα κυκλάμινα. Σίγουρα όλοι αυτοί οι επισκέπτες δεν έρχονται στην περιοχή για τον ίδιο σκοπό που πηγαίναμε και εμείς. Πολλοί άνθρωποι ανεβαίνουν για το καζίνο και ουδεμία σχέση έχουν με την φύση και την ομορφιά της. Μετά το πάρκινγκ του τελεφερίκ τα σκουπίδια ως δια μαγείας εξαφανίζονται και το βουνό φοράει τα καλά του.
Θα περίμενε κανείς ότι η Πάρνηθα έχει την πιο δύσκολη ανηφόρα της Αθήνας αλλά αυτό δεν ισχύει. Η χάραξη του δρόμου έχει γίνει με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε η κλίση να μην είναι υπερβολική. Ο δρόμος κάνει συνεχόμενα εσάκια μέχρι που φτάνει στο ίδιο ύψος με το καζίνο όπου αρχίζουν τα έλατα και η καμένη περιοχή. Η θέα είναι εξαιρετική και με καθαρό ουρανό μπορεί κανείς να δει τον Σαρωνικό ακόμη και την θάλασσα στο Πόρτο Ράφτη.
Μαζί μας ανεβαίναν αρκετοί ποδηλάτες και αθλητές ορεινού τρεξίματος. Την ίδια μέρα πραγματοποιούνταν ο ποδηλατικός αγώνας ανάβασης Πάρνηθας. Ευτυχώς κατά τύχη προηγηθήκαμε του αγώνα και έτσι δεν μπλέξαμε στην κίνηση που δημιουργήθηκε αργότερα.
Την πρώτη στάση την κάναμε στο πάρκο των ψυχών. Εκεί ήταν ο τερματισμός και για αυτό υπήρχε αρκετός κόσμος που περίμενε τους γνωστούς του. Το κρύο σε αυτό το υψόμετρο ήταν αισθητό και η κορυφή είχε κλείσει από τα σύννεφα. Βγάλαμε μερικές φωτογραφίες τα όμορφα γλυπτά και συνεχίσαμε για την κορυφή. Η ευρύτερη περιοχή παρά τις δεντροφυτεύσεις που έγιναν μαρτυρούσε ότι θα αργούσε πολύ ακόμη να πρασινίσει. Οι λευκοί βράχοι διακρίνονταν με ευκολία ενώ ανάμεσά τους υπήρχαν λιγοστά δεντράκια. Για να ξαναγίνει το μέρος όπως παλιά θα χρειαστούν μερικές δεκαετίες.
Ο δρόμος στη συνέχεια ανηφόριζε μέχρι το καταφύγιο Μπάφι το οποίο σχεδόν έχει μετατραπεί σε ταβέρνα. Τα καμένα δίναν τη θέση τους στο ελατόδασος. Η αίσθηση μέσα στο δάσος ήταν πολύ όμορφη και η μυρωδιά του βρεγμένου χώματος έντονη. Κοντά στην διασταύρωση για το καταφύγιο Φλαμπούρι πετύχαμε και μερικούς μανιταρόφιλους που κυριολεκτικά κουβαλούσαν τα μανιτάρια με κουβάδες. Έπειτα κινηθήκαμε αριστερά μέχρι το στρατόπεδο και την κορυφή με τα κοντέινερ και τις κεραίες. Κάπου εδώ, ανάμεσα στις σιδερένιες κατασκευές φτάσαμε στο τέλος του πρώτου μέρους της διαδρομής μας.
Εδώ πάνω ο χειμώνας ήταν προ των πυλών και το κρύο μας ανάγκασε να ντυθούμε με περισσότερα ρούχα για να μην κρυώσουμε στην κατηφόρα. Γυρίζοντας κάναμε και εμείς μια στάση στο Μπάφι όπου γίνονταν το αδιαχώρητο. Ξεκουραστήκαμε για λίγο και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής.
Περάσαμε ξανά από το σημείο του τερματισμού του ποδηλατικού αγώνα όπου πλέον ήταν γεμάτος με κόσμο και πολύχρωμα ποδήλατα. Οι περισσότεροι περίμεναν τις απονομές ενώ κάποιοι κατεβαίναν μαζί μας. Η κατηφόρα ήταν απολαυστική με μεγάλη διάρκεια. Φτάνοντας κάτω ακολουθήσαμε την λεωφόρο Πάρνηθος μέχρι που στρίψαμε αριστερά με κατεύθυνση την Κηφισιά. Ο δυνατός αέρας μας έκοβε τον ρυθμό αλλά ακόμη ήμασταν σε καλή σωματική κατάσταση. Φτάνοντας στην εθνική οδό μπήκαμε στον παράδρομο και στρίψαμε στα στενά της Κάτω Κηφισιάς. Διασχίσαμε την οδό Κηφισίας και κατευθυνθήκαμε προς τον Κοκκιναρά. Είχαμε φτάσει στον επόμενο στόχο, την απότομη ανηφόρα της Πεντέλης.
Η Πεντέλη είναι ένα από τα πιο λεηλατημένα βουνά της Αττικής. Οι πολλές και συνεχόμενες φωτιές και τα παλιά λατομεία έχουν δώσει μια σεληνιακή όψη στο βουνό. Μετά από τόσα χρόνια το μάτι μας έχει συνηθίσει να βλέπει την περιοχή χωρίς δέντρα και πλέον δεν μας κάνει μεγάλη εντύπωση. Λες και ήταν πάντα έτσι το βουνό. Η μοναδική αχτίδα χαράς έρχεται από τα εκατοντάδες μικρά δεντράκια που φυτεύτηκαν στις αναδασώσεις των τελευταίων χρόνων με συντονιστή τον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ. Η Πεντέλη εκτός από τους συνεχόμενους εμπρησμούς αντιμετωπίζει και την δόμηση εκτός του ιστού πόλεως. Ένα μεγάλο μέρος της έχει γίνει τσιμέντο ειδικά προς το Ντράφι ενώ η κατάσταση είναι ίδια και χειρότερη και από την πίσω μεριά. Οι βίλες από την πλευρά του Διόνυσου πήραν την ανηφόρα και είναι άγνωστο που θα σταματήσουν. Το “πάρτι” δυστυχώς συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
Βγαίνοντας από τα τελευταία σπίτια στον Κοκκιναρά αντικρίσαμε την ανηφόρα που έφτανε μέχρι την κορυφή. Δεξιά και αριστερά του δρόμου ο δυνατός αέρας έκανε τα μικρά πευκάκια να χορεύουν στο ρυθμό που αυτός ήθελε. Αργότερα φτάσαμε στην διασταύρωση που οδηγεί στην Μονή του Αγίου Παντελεήμονα ενώ ευθεία κατηφόριζε για τη Νέα Πεντέλη. Εκεί χώρισα με τον φίλο μου. Αυτός συνέχισε προς τα κάτω και εγώ ξεκίνησα μοναχός προς την κορυφή. Ο αέρας όσο ανέβαινα ολοένα και δυνάμωνε. Έχοντας επισκεφτεί δεκάδες φορές το βουνό γνώριζα πολύ καλά τι σημαίνει μποφόρ στην Πεντέλη. Μετά από τόσα χρόνια έχω την αίσθηση ότι σε αυτό το βουνό ο αέρας δεν παίζεται. Ειδικά κοντά στην κορυφή πολλές φορές είχα αναγκαστεί να κατέβω από το ποδήλατο και να συνεχίσω με το πόδια εξαιτίας των δυνατών ριπών του ανέμου.
Φρόντισα να κρατήσω ένα σταθερό τέμπο και χωρίς να κάνω στάσεις έφτασα κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα. Έπειτα έστριψα δεξιά και συνέχισα στην απότομη ανηφόρα. Το συγκεκριμένο σημείο της διαδρομής το θυμόμουν παλιά με τα γερμένα δέντρα να κοντεύουν να ακουμπήσουν το έδαφος εξαιτίας των συχνών και δυνατών βοριάδων. Τώρα υπήρχαν μόνο λίγοι σκελετοί που έμεναν ακόμη όρθιοι. Παραπάνω πέρασα από την διασταύρωση που οδηγεί στη σπηλιά του λήσταρχου Νταβέλη. Φτάνοντας κοντά στην κορυφή η κατάσταση ήταν κωμικοτραγική. Ο αέρας ήταν τόσο δυνατός που με ανάγκαζε να πηγαίνω σαν χελώνα ενώ δύο φορές σταμάτησα για να μην πέσω. Τελικά με πολύ προσπάθεια κατάφερα να φτάσω μέχρι το τέρμα. Οι κεραίες μούγκριζαν από τον άνεμο και δεν υπήρχε κανείς άνθρωπος τριγύρω. Όπως και στην Πάρνηθα έτσι και εδώ η κορυφή είναι αποκλεισμένη από ένα στρατόπεδο. Για μερικά χρόνια το στρατόπεδο ήταν παρατημένο και μπορούσε κανείς να πάει μέχρι την κορυφή αλλά τον τελευταίο καιρό φαίνεται να λειτουργεί ξανά ενώ έχουν μπει και κάμερες στην είσοδο.
Μετά από λίγα λεπτά άρχισα να κατηφορίζω με στόχο την πλατεία της Νέας Πεντέλης. Εκεί έκανα μια μικρή στάση και πήρα νερό για να έχω στον Υμηττό. Σε λίγη ώρα ήμουν στους πρόποδες του Υμηττού. Η κούραση είχε αρχίσει να κάνει την εμφάνισή της αλλά δεν είχα σκοπό να σταματήσω. Ξεκίνησα να ανηφορίζω με πιο αργό ρυθμό μέχρι που άρχισα να βλέπω ξανά την πόλη από ψηλά.
Ο Υμηττός είναι το βουνό που ξέρω από μικρός. Εδώ έκανα τις πρώτες μου βόλτες και τότε μου φαινόταν τεράστιο. Παρά τις εκατοντάδες αναβάσεις και ποδηλατοβόλτες που έχω κάνει ποτέ δεν έπαψε να μου κινεί το ενδιαφέρον. Πολλές φορές νιώθω ότι μεγαλώνω μαζί του ενώ έχω δει πολλές αλλαγές στις πλαγιές του. Από τις φωτιές στο κεντρικό τμήμα του μέχρι και την διάνοιξη της Αττική οδού. Τα χρόνια που στο βορινό κομμάτι του άκουγες μόνο θόρυβο από τα αλυσοπρίονα και τα μηχανήματα που σκάβανε τα σωθικά του. Οι αγώνες που έγιναν από τον τότε δήμαρχο της Αγίας Παρασκευής και ορισμένων περιβαλλοντιστών ανάγκασαν τους υπεύθυνους να αλλάξουν τα σχέδια του δρόμου και έτσι από έναν ανοιχτό αυτοκινητόδρομο ακολούθησαν την τεχνική cut and cover. Ήταν πραγματικά μια ανάσα για την περιοχή και σίγουρα μια πολύ σωστή απόφαση. Μετά από μερικά χρόνια το βουνό επανήλθε σε μεγάλο βαθμό και ο δρόμος έγινε με όσο το δυνατόν λιγότερες επιπτώσεις στο ανάγλυφο του.
Ένα μεγάλο μέρος της διαδρομής του ασφάλτινου δρόμου γίνεται μέσα στο πευκοδάσος και μόνο ψηλότερα κυριαρχεί η μακία βλάστηση. Ακόμη όμως και κοντά στην περιοχή της κορυφής σχηματίζεται ένα νέο δάσος με πεύκα που πάνε όλο και πιο ψηλά. Ο Υμηττός δίνει την αίσθηση ότι βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση. Οι κίνδυνοι που υπάρχουν για το βουνό είναι οι φωτιές και η θέληση από μερικούς να συνεχίσουν την Αττική οδό μέχρι το Κορωπί κάτι που θα χωρίσει το βουνό στα δύο. Μελανό σημείο αποτελεί η περιοχή Πανόραμα Βούλας όπου τα σπίτια έχουν φτάσει πολύ ψηλά δυσανάλογα με τις υπόλοιπες περιοχές που συνορεύουν με το βουνό. Κάτι ανάλογο γίνεται και στην Πάρνηθα στην περιοχή των Θρακομακεδώνων όπου τα σπίτια κυριολεκτικά έχουν κλείσει την είσοδο του φαραγγιού της Χούνης. Οι άνθρωποι που βάζουν το προσωπικό τους συμφέρον πάνω από όλα τα άλλα είναι ένα παράδειγμα προς αποφυγήν ειδικά σε περιπτώσεις που αφαιρούν ελεύθερο χώρο από τους υπόλοιπους.
Με αυτές τις σκέψεις ήμουν πλέον κοντά στην κορυφή. Εδώ ο αέρας ήταν υποφερτός ενώ ο ήλιος είχε αρχίσει να χαμηλώνει με τα χρώματα να γίνονται πιο έντονα. Το τελευταίο μέρος του δρόμου βγήκε πολύ δύσκολα αλλά η βόλτα έφτανε στο τέλος της. Είχε μείνει μόνο η κατηφόρα.
Μετά από περίπου 120χλμ., εννιά ώρες, δύο κρουασάν, μια τυρόπιτα και πολύ νερό ήμουν στην πόρτα του σπιτιού μου ταλαιπωρημένος αλλά ενθουσιασμένος για αυτά που μπόρεσα να δω αυτή την Κυριακή.
Χρήσιμες πληροφορίες
Η διαδρομή έχει υψομετρική διαφορά 3.200μ.
Τα χιλιόμετρα είναι 120 με 130 ανάλογα από που θα ξεκινήσουμε.
Η κατάσταση του δρόμου στην Πάρνηθα και στον Υμηττό είναι σε καλή κατάσταση. Δεν ισχύει το ίδιο για την Πεντέλη μια που ένα μεγάλο μέρος του δρόμου είναι γεμάτο με λακκούβες, ενώ κοντά στην κορυφή τη μέρα της βόλτας γινόντουσαν έργα με αποτέλεσμα ο δρόμος να είναι γεμάτος με πέτρες και χώμα.
Αποφύγετε την βόλτα με πολύ δυνατό άνεμο. Καλό είναι να έχουμε μαζί μας ένα ισοθερμικό και αντιανεμικό για τις κατηφόρες.
Το κράνος είναι απαραίτητο καθώς ένα μεγάλο μέρος της διαδρομής γίνεται σε αστικό τοπίο ενώ χρειάζεται και για τις κατηφόρες.
κείμενο – φωτογραφίες: Πάνος Μπαμπαλούκας
επιμέλεια: Λάζαρος Τριανταφυλλίδης