Ο ποταμός Αχέροντας (Μαυροπόταμος ή Φαναριώτικος) αποτελεί έναν από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς στην δυτική Ελλάδα. Όσοι παραθερίζουν κοντά στην Πρέβεζα και την Πάργα έχουν τη δυνατότητα να περπατήσουν στο φαράγγι, το οποίο βρίσκεται σε κοντινή απόσταση.
Η φήμη του ποταμού έχει βαθιές ρίζες στην ιστορία, αφού σύμφωνα με τους αρχαίους κατοίκους του ελλαδικού χώρου, ήταν το όριο μεταξύ του πάνω και του κάτω κόσμου. Οι απόκρημνες χαράδρες και ο ήχος των πηγών, που τροφοδοτούν το ποτάμι, πιθανότατα κρύβονται πίσω από τη γέννηση του μύθου για τις “Πύλες του Άδη” και το πορθμείο του Χάροντα, ο οποίος έπαιρνε έναν οβολό για να περάσει τους νεκρούς από τη μια μεριά της όχθης στην άλλη. Η παλαιότερη σωζόμενη περιγραφή του υπόγειου ποταμού συναντάται στην “Οδύσσεια”, ενώ η ονομασία “Αχέροντας” προέρχεται από τον γιο της Γαίας (Γης), ο οποίος καταδικάστηκε από τον Δία να μένει αιώνια κάτω από τη γη επειδή κατά τη διάρκεια της Γιγαντομαχίας έδωσε στους διψασμένους Γίγαντες νερό.
Η εύκολη πρόσβαση στην περιοχή και το ήπιο ανάγλυφο του φαραγγιού καθιστούν δυνατή τη διάσχιση ενός μεγάλου μέρους του, χωρίς κινδύνους. Αυτό βέβαια έχει και το τίμημά του, αφού κάθε καλοκαίρι κατακλύζεται από χιλιάδες τουρίστες. Συνέπεια της επέλασης των τουριστών είναι η υποβάθμιση του περιβάλλοντος, καθώς πολλοί είναι αυτοί που αφήνουν τα σκουπίδια τους μέσα στο φαράγγι. Τα πρωτεία σε αυτό το “χόμπι” το έχουν οι Έλληνες. Αποτσίγαρα, πλαστικά μπουκάλια νερού και άλλα αντικείμενα συναντώνται σε όλο το μήκος του νότιου τμήματος του φαραγγιού, εγείροντας απορία σχετικά με το τι γυρεύουν αυτοί οι άνθρωποι σε ένα τόσο όμορφο μέρος.
Το χωριό, που βρίσκεται στη νότια πλευρά του φαραγγιού, ονομάζεται Γλυκή και διαθέτει αρκετές ταβέρνες, ενοικιαζόμενα δωμάτια και μίνι μάρκετ. Επίσης στην είσοδο του φαραγγιού μπορεί κανείς να κάνει ιππασία και βόλτα με φουσκωτή βάρκα σε ένα μικρό τμήμα του ποταμού. Αρκετοί κάνουν κάμπινγκ δίπλα στο ποτάμι αν και απαγορεύεται.
Η νότια πλευρά του φαραγγιού δέχεται τον μεγαλύτερο όγκο των τουριστών, ενώ αντίθετα η βόρεια σπάνια “βλέπει” τουρίστες. Για την τόνωση του τουρισμού, το βόρειο τμήμα του φαραγγιού έχει ονομαστεί “Πύλες του Άδη”, πράγμα ιστορικά ανακριβές, αφού σύμφωνα με τις αρχαίες μαρτυρίες οι “Πύλες” βρίσκονταν στο νότιο κομμάτι. Σε κάθε περίπτωση, οι περισσότεροι επισκέπτες δεν φτάνουν ως εδώ, με αποτέλεσμα να μπορεί κανείς να διασχίσει ένα μεγάλο μέρος του φαραγγιού χωρίς να συνωστίζεται, όπως συμβαίνει στο νότιο τμήμα.
Το χωριό που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση ονομάζεται Σεριζιανά και έχει ελάχιστες ομοιότητες με το χωριό Γλυκή. Εδώ ο επισκέπτης δεν θα βρει ενοικιαζόμενα δωμάτια ούτε καταστήματα. Ωστόσο υπάρχει μία ταβέρνα και ένα καφέ, που προσφέρουν τα αναγκαία στους επισκέπτες.
Πριν το χωριό Σεριζιανά, υπάρχει μια τοποθεσία δίπλα στο ποτάμι που προσφέρεται για κάμπινγκ. Οι άνθρωποι που κατασκηνώνουν εδώ ζουν αρμονικά με τη φύση χωρίς να επιβαρύνουν το μέρος με σκουπίδια. Η παραμονή μας εδώ μας γέμισε με ελπίδα ότι ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που νοιάζονται για το περιβάλλον.
Διαδρομές
Κυκλική διαδρομή στο νότιο τμήμα φαραγγιού
Η διαδρομή ξεκινάει λίγο έξω από το χωριό Γλυκή και είναι η πιο πολυσύχναστη. Κατευθυνόμαστε προς τις πηγές του Αχέροντα από την δεξιά πλευρά του ποταμού, και στο τέλος του χωματόδρομου βρίσκουμε το μονοπάτι. Τα πρώτα εκατό μέτρα γίνονται δίπλα στο ποτάμι, αλλά σύντομα αναγκαζόμαστε να μπούμε μέσα στο νερό, το οποίο το καλοκαίρι δεν είναι πολύ κρύο και δεν χρειάζεται ειδική στολή νεοπρεν. Πολύ σύντομα το σώμα μας συνηθίζει την θερμοκρασία του νερού.
Η κατεύθυνση, που πρέπει να ακολουθήσουμε, είναι ξεκάθαρη. Περπατάμε μέσα στο ποτάμι και έξω από αυτό όπου το επιτρέπει το έδαφος. Το μεγαλύτερο μέρος της πεζοπορίας γίνεται μέσα στο νερό και σε τουλάχιστον τρία σημεία θα χρειαστεί να κολυμπήσουμε. Αυτό εξαρτάται και από το ύψος των νερών. Συνήθως τον Αύγουστο το ποτάμι έχει λιγότερο νερό από τους άλλους μήνες του χρόνου.
Μετά από μια ώρα περίπου φτάνουμε στο γεφύρι του Ντάλα. Εδώ είναι το σημείο από το οποίο θα επιστρέψουμε. Δεξιά από το γεφύρι ξεκινάει το μονοπάτι (σκάλα της Τζαβέλενας) το οποίο μας οδηγεί στο πάρκινγκ, κοντά στις πηγές του Αχέροντα.
Πριν γυρίσουμε, καλό είναι να προχωρήσουμε λίγο πιο πάνω περπατώντας στο μονοπάτι που περνάει από την δεξιά πλευρά της γέφυρας. Σε περίπου εκατό μέτρα, στο αριστερό μας χέρι υπάρχει ένας παραπόταμος, ο οποίος κατηφορίζει μέχρι που συναντά τον Αχέροντα.
Αξίζει να μπούμε μέσα στο μικρό φαράγγι και να περπατήσουμε ανάμεσα στα στενά περάσματα. Υπάρχουν μικροί καταρράκτες στους οποίους θα χρειαστεί να σκαρφαλώσουμε εάν θέλουμε να βγούμε πιο ψηλά. Με πολύ προσοχή συνεχίζουμε ώσπου βγαίνουμε σε έναν καταρράκτη με ύψος περίπου τρία μέτρα. Οι περισσότεροι σταματούν κάπου, καθώς η αναρρίχηση στα βράχια είναι αρκετά δύσκολη. Ωστόσο με λίγη προσπάθεια μπορούμε να ανέβουμε. Πιο πάνω το ποτάμι πλαταίνει. Η επιστροφή γίνεται από τα ίδια.
Ξαναγυρίζουμε στο γεφύρι και ακολουθούμε το μονοπάτι, που αναφέραμε προηγουμένως. Το πρώτο μέρος είναι ανηφορικό μέχρι να φτάσουμε σε ένα ξύλινο κιόσκι. Από εδώ ξεκινάει η κατηφόρα. Μετά από μια μεγάλη στροφή φτάνουμε σε ένα τούνελ. Σε αυτό το σημείο σταμάτησε ο δρόμος ,που κάποιοι ήθελαν να ανοίξουν πάνω από το φαράγγι. Ευτυχώς κάποιοι διαμαρτυρήθηκαν και το βουνό γλύτωσε από την καταστροφή. Περνάμε μέσα από το τούνελ και συνεχίζουμε στον χωματόδρομο. Σε λίγη ώρα θα βρούμε στο δεξί μας χέρι το μονοπάτι, το οποίο θα μας οδηγήσει στις πηγές.
Κυκλική διαδρομή στο βόρειο τμήμα του φαραγγιού
Η διαδρομή ξεκινάει από την τοποθεσία “Πύλες του Άδη”, η οποία βρίσκεται κοντά στο χωριό Σεριζιανά. Πριν φτάσουμε στο χωριό περνάμε ένα γεφύρι. Μετά από λίγα λεπτά θα βρούμε μια ταμπέλα στο αριστερό μας χέρι, η οποία μας δείχνει την πορεία που πρέπει να ακολουθήσουμε. Φτάνουμε στο πάρκινγκ και κατευθυνόμαστε προς το ποτάμι. Στο αριστερό μας χέρι θα βρούμε ένα μονοπάτι το οποίο μας οδηγεί στην κοίτη.
Η πορεία που πρέπει να ακολουθήσουμε είναι εμφανής. Μπαίνουμε στο νερό και ξεκινάμε. Σε αντίθεση με το νότιο τμήμα, το βόρειο χρειάζεται περισσότερο κολύμπι, κάτι που φαίνεται από τα πρώτα μέτρα. Με το ξεκίνημα βουτάμε στα σκοτεινά νερά του και κολυμπάμε ανάμεσα από πανύψηλα βράχια. Καλό είναι να γνωρίζουμε ότι ακριβώς από επάνω περνάει το μονοπάτι της επιστροφής και είναι αρκετά πιθανό, σε περίπτωση που περπατάει κάποιος, να πέσει κάποια πέτρα. Το κράνος είναι καλή ιδέα, αν και για το υπόλοιπο μέρος της διαδρομής δεν θα το χρειαστούμε.
Περνάμε το πρώτο κομμάτι κολυμπώντας και σύντομα φτάνουμε σε ένα ακόμη πιο στενό πέρασμα, όπου συνεχίζουμε το κολύμπι για περισσότερη ώρα. Λίγο αργότερα, το φαράγγι ανοίγει και γίνεται πιο “φιλικό”. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της πορείας μας θα χρειαστεί να κολυμπήσουμε αρκετές φορές.
Τα νερά σε πολλά σημεία είναι μαύρα και δεν μας επιτρέπουν να δούμε τι υπάρχει στο βυθό. Γι’ αυτό το λόγο χρειάζεται να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί με τους κορμούς των δέντρων, που έχει παρασύρει το ποτάμι. Πολλοί βρίσκονται κρυμμένοι και υπάρχει κίνδυνος τραυματισμού. Επίσης καλό είναι να αποφύγουμε τις βουτιές αρκετά κάτω από την επιφάνεια του νερού. Υπάρχει ο κίνδυνος εγκλωβισμού. Στο ποτάμι υπάρχουν και μικρά φίδια τα οποία όμως είναι ακίνδυνα. Περισσότερες πιθανότητες έχουμε να μας τσιμπήσει αλογόμυγα παρά φίδι.
Μετά από περίπου μιάμιση ώρα φτάνουμε σε ένα πλατύ σημείο του ποταμού, όπου υπάρχει μια σιδερένια γέφυρα φτιαγμένη από κυνηγούς. Το μονοπάτι της επιστροφής, όπως κατηφορίζουμε, βρίσκεται αριστερά μας πριν την γέφυρα, σε ένα σημείο όπου έχει γίνει μια μεγάλη κατολίσθηση. Ανηφορίζουμε πάνω στις πέτρες και το συναντάμε στο αριστερό μας χέρι. Χρειάζεται λίγη προσοχή γιατί, εξαιτίας της κατολίσθησης,το πρώτο του κομμάτι έχει εξαφανιστεί. Το βρίσκουμε και αρχίζουμε να ανηφορίζουμε.
Μετά από αλλεπάλληλες στροφές κερδίζουμε ύψος, ενώ δεν βλέπουμε πια το ποτάμι. Κατευθυνόμαστε προς το σημείο που ξεκινήσαμε. Σε πολλά σημεία το μονοπάτι έχε διαλυθεί και χρειάζεται προσοχή να μην χτυπήσουμε. Λίγο πριν το τέλος περνάμε από σάρες. Η μία είναι αρκετά επικίνδυνη, ενώ τα σιδερένια στηρίγματα, που μπήκαν κατά την συντήρηση του μονοπατιού, έχουν γύρει προς τον γκρεμό.
Στη συνέχεια αρχίζουμε να κατηφορίζουμε περνώντας μια μεταλλική σκάλα. Σε λίγη ώρα θα φτάσουμε πάνω από το ποτάμι. Εδώ χρειάζεται προσοχή γιατί το μονοπάτι συνεχίζει ευθεία, ενώ εμείς πρέπει να στρίψουμε αριστερά για να βγούμε στην όχθη του ποταμού. Φτάνουμε σε ένα σημείο, όπου υπάρχουν πολλές πέτρες, και στρίβουμε αριστερά ακολουθώντας το μονοπάτι που περνάει επάνω από τις πέτρες. Κατευθυνόμαστε δεξιά και μπαίνουμε μέσα στο δάσος. Το μονοπάτι σε αυτό το σημείο σχεδόν έχει κλείσει και θα χρειαστεί να ανοίξουμε μόνοι μας δρόμο ανάμεσα στα κλαδιά των δέντρων. Σύντομα φτάνουμε στο σημείο από όπου ξεκινήσαμε.
Διάσχιση ολόκληρου του φαραγγιού
Η διάσχιση ολόκληρου του φαραγγιού διαρκεί περίπου 7 με 8 ώρες. Καλό είναι να το κάνουμε από πάνω προς τα κάτω, δηλαδή από τον βορά προς το νότο, έτσι ώστε να κολυμπάμε εκμεταλλευόμενοι την ροή του ποταμού. Τα ομορφότερα σημεία βρίσκονται στην αρχή και στο τέλος. Στη μέση το ποτάμι πλαταίνει αρκετά. Λίγοι είναι αυτοί που το κάνουν ολόκληρο. Επίσης, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει κανένας δρόμος σε κοντινή απόσταση. Αυτό σημαίνει ότι, σε περίπτωση που μας συμβεί κάτι μέσα στο φαράγγι, η βοήθεια θα αργήσει πολύ να έρθει.
Διάσχιση μονοπατιού. Πηγές Αχέροντα – Πύλες Άδη
Από τις πηγές του Αχέροντα μπορούμε να ακολουθήσουμε το μονοπάτι που κινείται πάνω από το ποτάμι και αρκετά μακριά από αυτό. Αυτή διαδρομή προτείνεται για όσους δεν θέλουν να κολυμπήσουν ή σε περίπτωση που η είσοδος στο φαράγγι είναι αδύνατη λόγω κακοκαιρίας. Η πορεία διαρκεί περίπου πέντε ώρες και το μονοπάτι συναντάει το ποτάμι δύο φορές.
Χρήσιμες πληροφορίες
Πολλοί επιλέγουν τον Αχέροντα για ελεύθερη κατασκήνωση. Προσωπικά, δεν θα επέλεγα για κανέναν λόγο να κατασκηνώσω στη νότια πλευρά. Πολλοί στήνουν σκηνή μέσα στο μονοπάτι από το οποίο καθημερινά περνούν εκατοντάδες άνθρωποι, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Η βόρεια πλευρά είναι πιο άγρια και απομονωμένη. Η κατασκήνωση γίνεται δίπλα σε μια γέφυρα πριν από το χωριό Σεριζιανά. Το μέρος προτείνεται για μυημένους. Σε περίπτωση που πάει κάποιος, ο οποίος αδιαφορεί για το περιβάλλον, υπάρχει μεγάλη περίπτωση να αντιμετωπίσει πρόβλημα. Εκτός από την ταβέρνα στο χωριό Σεριζιανά, δεν υπάρχει κάτι άλλο κοντά. Ωστόσο, 15 χιλιόμετρα μακριά βρίσκεται το χωριό Λούρος, από το οποίο μπορεί να προμηθευτεί κανείς τα απαραίτητα. Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη κατασκήνωση είναι παράνομη και γίνεται με δική μας ευθύνη.
Εάν είστε φανατικός φυσιολάτρης, αποφύγετε τη νότια πλευρά του φαραγγιού ή την επίσκεψη στην περιοχή τον μήνα Αύγουστο. Υπάρχει περίπτωση να δείτε ανθρώπους, οι οποίοι περπατούν στο φαράγγι με φραπέ και τσιγάρο στο χέρι- τα οποία σε πολλές περιπτώσεις μένουν εκεί.
Το ποτάμι πηγάζει από τα όρη Σουλίου, αλλά μέχρι να μπει στο φαράγγι διασχίζει μια μεγάλη κοιλάδα. Αυτό σημαίνει ότι πριν μπούμε μέσα στο φαράγγι θα πρέπει να δούμε το δελτίο πρόγνωσης καιρικών φαινομένων. Σε περίπτωση, που μας πετύχει καταιγίδα, καλό θα είναι να βγούμε από το ποτάμι και να κατευθυνθούμε προς το μονοπάτι, αρκεί να γνωρίζουμε από πια πλευρά του ποταμού βρίσκεται. Για να καταλάβει κανείς σε τι ύψος φτάνει το νερό τις βροχερές μέρες μπορεί να δει σε τι ύψος έχουν εγκλωβιστεί τα φερτά υλικά στο βόρειο μέρος του φαραγγιού- αρκετά μέτρα πάνω από την κοίτη του ποταμού, στα δέντρα.
Σε περίπτωση, που κάποιος θέλει να φωτογραφήσει, καλό είναι να γνωρίζει ότι το κολύμπι στο φαράγγι είναι υποχρεωτικό. Υπάρχουν δύο λύσεις για ασφάλεια. Η χρήση στεγανής τσάντας ή η χρήση ειδικής αδιάβροχης θήκης. Επίσης, σε πολλά σημεία στο βυθό του ποταμού υπάρχει άργιλος και γλιστράει, γεγονός που σημαίνει ότι ακόμη και στα ρηχά μπορούμε εύκολα να βρεθούμε μέσα στο νερό με την αγαπημένη μας φωτογραφική μηχανή αγκαλιά.
κείμενο – φωτογραφίες: Πάνος Μπαμπαλούκας
επιμέλεια: Χριστίνα Σανούδου