Μετά την πρώτη αποτυχημένη χειμερινή απόπειρα, για να ανέβουμε στην κορυφή Γαρδίκι από την διασέλα, αποφασίσαμε να πάμε για δεύτερη φορά. Αυτή την φορά το βουνό δεν είχε χιόνια και θα ήταν πολύ πιο εύκολο να κινηθούμε στο μονοπάτι.
Φτάνοντας στο χωριό Ζαρούχλα ακολουθήσαμε τον δρόμο που πηγαίνει προς το ξενοδοχείο Στύγα. Σύντομα βρεθήκαμε πάνω από τα τελευταία σπίτια του χωριού. Στο σημείο που τελειώνει η άσφαλτος συνεχίσαμε στον χωματόδρομο δεξιά. Αμέσως μετά φτάσαμε σε ένα εκκλησάκι όπου και κατασκηνώσαμε. Η βραδιά ήταν ήσυχη και δεν είχε κρύο. Ρίξαμε μια γρήγορη ματιά στον ουρανό για να δούμε ποιους αστερισμούς ξεχωρίζαμε και πέσαμε για ύπνο.
Το πρωί σηκωθήκαμε πριν ξημερώσει. Θέλαμε να έχουμε όλη τη μέρα μπροστά μας γιατί δεν ξέραμε πόσο μεγάλη είναι η πορεία. Το Γαρδίκι μόλις είχε αρχίσει να αχνοφαίνεται καθώς η αυγή γέμιζε με χρώματα τον ουρανό. Αφού μαζέψαμε την σκηνή, φάγαμε κάτι στα γρήγορα και ξεκινήσαμε το περπάτημα.
Ο δασικός δρόμος αρχικά είχε κατεύθυνση προς τον βορά μέχρι που φτάσαμε στην πρώτη διασταύρωση. Εμείς συνεχίσαμε προς τα αριστερά και πλέον κατευθυνόμασταν προς την κορυφή. Δέκα λεπτά μετά από ένα σπίτι με μεγάλη περίφραξη βρήκαμε το μονοπάτι στο δεξί μας χέρι. Στο σημείο της εισόδου υπήρχε ένα ορειβατικό σημάδι πάνω σε ένα έλατο. Αρχίσαμε να ανηφορίζουμε με κατεύθυνση προς τα αριστερά. Στα μισά του μονοπατιού βρίσκεται μια πηγή. Μετά την πηγή συνεχίσαμε ανηφορικά μέχρι που βγήκαμε στο τελείωμα ενός δασικού δρόμου.
Κατόπιν περπατήσαμε επί του δασικού μέχρι που φτάσαμε σε ακόμη μία διασταύρωση. Εκεί πήγαμε δεξιά και μετά από λίγη ώρα φτάσαμε στο ψηλότερο σημείο του δρόμου. Η διασέλα βρισκόταν στα αριστερά μας.
Αφήσαμε τον δασικό δρόμο και μπήκαμε μέσα στο πυκνό δάσος. Το μονοπάτι σε κάποια σημεία ήταν ευκρινές και σε άλλα όχι καθώς είχε κλείσει από την πυκνή βλάστηση. Πάντως ήταν ξεκάθαρο προς τα που έπρεπε να κινηθούμε. Λίγο πιο πάνω το δάσος αραίωνε και σύντομα φτάσαμε στο πρώτο δύσκολο κομμάτι. Το μονοπάτι έμοιαζε να πηγαίνει από τα αριστερά, αλλά εμείς αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε πιστά την κορυφογραμμή έτσι ώστε να δούμε τα δύσκολα σημεία χωρίς χιόνι. Ανεβήκαμε το απότομο σημείο και πήγαμε μέχρι την άκρη. Αν και είχαμε μαζί μας ένα σχοινί για ραπέλ τελικά δεν το χρησιμοποιήσαμε. Έπειτα συνεχίσαμε για να δούμε και τα υπόλοιπα εμπόδια.
Η διαδρομή ανεβοκατεβαίνει αρκετές φορές. Κάποια δύσκολα σημεία είχαν την δυνατότητα να παρακαμφθούν είτε από αριστερά είτε από δεξιά.
Σε λίγη ώρα φτάσαμε στο σημείο που είχαμε σταματήσει την χειμερινή απόπειρα. Ίσως να είναι το μόνο κομμάτι της διαδρομής που χρειάζεται λίγη παραπάνω προσοχή, ειδικά αν κάποιος κάνει την διάσχιση με χιόνια. Ανεβήκαμε πάνω στα βράχια και για λίγο κινηθήκαμε σε βραχώδες πεδίο. Υπήρχαν κάποιες τρύπες ανάμεσα στα βράχια οι οποίες τον χειμώνα σίγουρα θα γίνονται παγίδες.
Αφού αφήσαμε και αυτό το πέρασμα ξαναμπήκαμε στο δάσος. Από εδώ και πέρα η διαδρομή δεν είχε τεχνικές δυσκολίες, εκτός από δύο απότομα ανεβάσματα σε χώμα. Το μονοπάτι απέφευγε τα απότομα σημεία, τραβερσάροντας από τα πλάγια, και μόνο αν κάποιος ήθελε να κάνει την διαδρομή πιο δύσκολη, θα μπορούσε να συνεχίσει πιστά στην κορυφογραμμή.
Μετά από περίπου τρεισήμισι ώρες φτάσαμε στο αλπικό μέρος του βουνού. Η θέα προς τον Χελμό ήταν εξαιρετική. Τα Χτένια μας κέντριζαν το ενδιαφέρον. Ίσως είναι μια από τις δυσκολότερες και πιο απαιτητικές διαδρομές στην Ελλάδα. Η διάσχιση των κορυφογραμμών από τον Χελμό μέχρι και το διάσελο του κυνηγού στην Ντουρντουβάνα.
Στο αλπικό τμήμα βρεθήκαμε μπροστά σε βράχια. Κινηθήκαμε προς αυτά για να δούμε αν θα έπρεπε να τα περάσουμε από αριστερά ή δεξιά. Τελικά το μονοπάτι έμοιαζε να πηγαίνει από τα δεξιά. Αρχίσαμε να ανηφορίζουμε την απότομη πλαγιά και μετά από δύο περάσματα σε μικρά λούκια βρεθήκαμε κοντά στην κορυφή. Σκεφτήκαμε ότι το τελευταίο κομμάτι θα είχε ένα ενδιαφέρον τον χειμώνα. Οι πλαγιές σε κάποια σημεία ήταν αρκετά απότομες και σίγουρα θα ήταν κατάλληλες για μια ανάβαση με διπλά πιολέ. Σε αυτό θα βοηθούσε ο βόρειος προσανατολισμός.
Στην κορυφή υπάρχει ένα τσιμεντένιο κολωνάκι. Καθίσαμε για να δούμε την γύρω περιοχή. Ακόμη και από τα νότια το βουνό φαινόταν αρκετά άγριο. Δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε κάποιο σημείο από το οποίο να μπορεί κάποιος να ανέβει στην κορυφή με ευκολία. Το Γαρδίκι σίγουρα θέλει αρκετό κόπο για να “κατακτηθεί”. Σε κοντινή απόσταση βρισκόταν το διάσελο που ένωνε την κορυφή Γαρδίκι με το Μαδερό. Μόνο εύκολο δεν έμοιαζε το διάσελο όπως και η απότομη πλαγιά που θα έπρεπε να σκαρφαλώσει κάποιος για το Μαδερό.
Αφού βγάλαμε αρκετές φωτογραφίες ξεκινήσαμε να κατηφορίζουμε προς την διασέλα για να γυρίσουμε στο χωριό.
Αφού είδαμε την διαδρομή πιάσαμε την κουβέντα για το κατά πόσο θα άξιζε να γίνει τον χειμώνα με χιόνια. Ένα μεγάλο μέρος πάνω στην διασέλα γίνεται μέσα σε πυκνό δάσος. Οπότε περισσότερη ταλαιπωρία θα είχε ένας ορειβάτης στα στενά περάσματα ανάμεσα από τα δέντρα παρά στα τεχνικά σημεία της διαδρομής. Καλό θα ήταν σε κάθε περίπτωση η χειμερινή διάσχιση να γίνει με καθισμένα χιόνια και σίγουρα μια πολύ κρύα μέρα. Με μαλακό χιόνι που το δοκιμάσαμε ήταν επίπονο και είχαμε γίνει και μούσκεμα από τα χιόνια που έπεφταν πάνω μας από τα δέντρα.
Σημειώσεις
Η διαδρομή διαρκεί περίπου 8 ώρες (με επιστροφή) ανάλογα πάντα με τον ρυθμό και τις συνθήκες. Με χιόνια η διάρκεια πρέπει να αυξάνεται αρκετά.
Καλό σημείο για κατασκήνωση είναι το εκκλησάκι πάνω από το χωριό. Αν και υπήρχε βρύση ωστόσο δεν έτρεχε νερό. Άλλο ένα σημείο είναι το εκκλησάκι που βρίσκεται μέσα στο χωριό κάτω από το ξενοδοχείο Στύγα. Για μεγάλες ομάδες υπάρχει και μια αλάνα στην είσοδο του χωριού αλλά δεν είναι σίγουρο ότι επιτρέπεται η κατασκήνωση.
κείμενο – φωτογραφίες: Πάνος Μπαμπαλούκας
επιμέλεια: Λάζαρος Τριανταφυλλίδης